Είναι μια συχνή πάθηση, που, αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως, μπορεί να γίνει εξαιρετικά επώδυνη, αλλά και να οδηγήσει σε προβλήματα που θεραπεύονται δυσκολότερα από την αρχική αιτία. Ο λόγος για την Ραγάδα πρωκτού, μια συνήθη πάθηση του ορθοπρωκτικού σωλήνα, που είναι ουσιαστικά ένα σχίσιμο στο δέρμα του πρωκτού.

Οι βασικές αιτίες για την εμφάνιση της πρωκτικής ραγάδας είναι η δυσκοιλιότητα, ο υποθυρεοειδισμός και η παχυσαρκία, ενώ κάποιες φορές συνδέεται και με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, όπως η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα.

Το βασικό σύμπτωμα που προκαλεί η Ραγάδα πρωκτού είναι ο οξύς πόνος κατά την αφόδευση, ο οποίος συχνά συνοδεύεται από αιμορραγία. Μάλιστα, με δεδομένο ότι η αφόδευση γίνεται πολύ επώδυνη, ο ασθενής την αναβάλλει, με συνέπεια τα κόπρανα να γίνονται πιο σκληρά και μεγάλα, προκαλώντας ακόμα περισσότερο πόνο, όταν τελικά γίνει η κένωση.

 

Άλλα προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει η Ραγάδα πρωκτού

Πέραν όμως του πόνου, η συσσώρευση κοπράνων στο παχύ έντερο μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία τοξικών ουσιών, με συνέπειες την αδυναμία, τη ζάλη, τη ναυτία, ακόμα και τις αλλεργίες. Ένα δε από τα πλέον σοβαρά προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει η πρωκτική ραγάδα, αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως, είναι η δημιουργία πρωκτικού αποστήματος και σε επόμενη φάση πρωκτικού συριγγίου, που φέρνει ερεθισμό στο δέρμα γύρω από τον πρωκτό, αιμορραγία, έκκριση πύου, έντονο κνησμό, αλλά και οίδημα. Σε συνδυασμό δε με την ελλιπή υγιεινή στην περιοχή μπορεί να προκληθούν λοιμώξεις, όπως είναι οι πρωκτίτιδες.

Η αναζήτηση ιατρικής συμβουλής στην περίπτωση της επίμονης ραγάδας του πρωκτού είναι καταλυτικής σημασίας, αφού η πάθηση αυτή, αν δεν θεραπευθεί άμεσα και αποτελεσματικά, μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στη δημιουργία έλκους, το οποίο βάζει τον ασθενή σε νέες περιπέτειες με μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας στην αντιμετώπισή τους.

Η πρωκτική ραγάδα, εφόσον δεν έχει εξελιχθεί πολύ, μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά, είτε μέσω της υιοθέτησης μιας διαφορετικής διατροφής βασισμένης σε φυτικές ίνες, είτε μέσω φαρμακευτικής αγωγής. Σε πολύ λίγες περιπτώσεις απαιτείται χειρουργική προσέγγιση.